Το «Τι σήμερα, τι αύριο, τι τώρα», είναι ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη, το οποίο ερμήνευσε η Μαρίκα Νίνου το 1954.
Με το τραγούδι αυτό γράφτηκε το τέλος της μεγάλης αγάπης του ζευγαριού.
Η Νίνου με τον Τσιτσάνη γνωρίστηκαν το 1949, όταν εκείνη τραγουδούσε στο κέντρο «Φλόριδα» της λεωφόρου Αλεξάνδρας, με τον Στελλάκη Περιπινιάδη και την Μιχάλη Γενίτσαρη.
Είχε γεννηθεί στην Κωνσταντινούπολη, το 1918, ως Ευγενία Νικολαϊδου και μετανάστευσε στον Καύκασο, πριν έρθει στην Ελλάδα το 1947.
Πριν αρχίσει να τραγουδάει περιόδευε με θιάσους και έκανε ακροβατικά. Για παρτενέρ είχε τον άντρα και το γιο της και παρουσιάζονταν με το όνομα «Ντούο Νίνο και μισό».
Ο Τσιτσάνης εκείνη την εποχή εμφανιζόταν στο μαγαζί του «Τζίμη του χοντρού» στην Αχαρνών με τη Σωτηρία Μπέλλου.
Κάποια στιγμή η Σωτηρία Μπέλλου μπλέχτηκε σε καυγά με κάποιους βασιλικούς θαμώνες και έτσι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχήμα. Ο Τσιτσάνης τότε ζήτησε την Νίνου από τον Περπινιάδη για να την αντικαταστήσει. Δεν είχε τη φωνή της Μπέλλου, αλλά ήταν εκρηκτική στην σκηνή και έβαζε μοναδικό πάθος στις ερμηνείες της.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα το ντουέτο Τσιτσάνης – Νίνου έκανε τεράστια επιτυχία.
Όπου εμφανίζονταν γινόταν το αδιαχώρητο. Όλοι ήθελαν να τους δουν και να διασκεδάσουν μαζί τους. Ο Τσιτσάνης άρχισε να ηχογραφεί τα καινούργια του τραγούδι με την φωνή της Νίνου και οι επιτυχίες διαδέχονταν η μια την άλλη, με αποτέλεσμα να γίνουν στις αρχές της δεκαετίας του 50 το δημοφιλέστερο ζευγάρι….
Η σχέση πέρασε γρήγορα από το πάλκο στην προσωπική τους ζωή κι ας ήταν κι οι δυο παντρεμένοι με παιδιά.
Για τον Βασίλη Τσιτσάνη αυτή η σχέση είχε ημερομηνία λήξης εξ αρχής καθώς της είχε ξεκαθάρισε τη θέση του, ότι δηλαδή δεν επρόκειτο να διαλύσει τον γάμο και την οικογένεια του. Εκείνη όμως προσπάθησε να τον κάνει δικό της με κάθε τρόπο. Όσο η επιτυχία τους μεγάλωνε και το δέσιμό τους γινόταν πιο έντονο, τόσο πιο προβληματική γινόταν η σχέση τους.
Η Νίνου προσπαθούσε να επισημοποιήσει τη σχέση τους και να τον αποτραβήξει από την γυναίκα του με κάθε τρόπο.
Ανέλαβε χρέη μάνατζερ και έκλεινε τις συμφωνίες για τις εμφανίσεις τους. Φρόντιζε –με πρόσχημα τις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις- να τον στερεί όλο και περισσότερο από την οικογένειά του.
Δεν έφτανε όμως μόνο αυτό. Λέγεται ότι ερχόταν συνεχώς σε προστριβές με άλλους συναδέλφους, αλλά και με την ίδια την οικογένεια του Τσιτσάνη. Επίσης του ζητούσε επίμονα την αποκλειστικότητα στην δισκογραφία και εκείνος με υπομονή προσπαθούσε να της εξηγήσει πως κάθε τραγούδι θέλει τη φωνή του και δεν μπορεί να τα λέει όλα εκείνη….
Ο Τσιτσάνης ανέχτηκε αυτή την κατάσταση για αρκετό καιρό, όχι μόνο επειδή της είχε αδυναμία, αλλά και για εμπορικούς λόγους, καθώς έκαναν μεγάλη επιτυχία ως ντουέτο. Όμως το ποτήρι ξεχείλισε όταν το 1952 πήγαν στην Κωνσταντινούπολη για κάποιες εμφανίσεις.
Εκεί η Νίνου γυρνούσε επιδεκτικά μόνη της στην Πόλη κάνοντας παρέα μόνο με παλιούς γνωστούς από τη γενέτειρά της. Εκείνος πάνω στο θυμό του αφέθηκε στον έρωτα μιας τουρκοπούλας, η οποία του έταζε πλούτη για να μείνει κοντά της.
Το ειδύλλιο αυτό προκάλεσε την έκρηξη της Νίνου.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα, τον χειμώνα του 1952-53, δούλεψαν πάλι μαζί στου «Τζίμη του χοντρού» όμως δεν μιλιόντουσαν.
Πέρασε αρκετός καιρός για να τα ξαναβρούν, μέχρι που ο καρκίνος χτύπησε τη Μαρίκα Νίνου, το 1954. Ο Τσιτσάνης της συμπαραστάθηκε και την πήγε στον γιατρό, ο οποίος της σύστησε θεραπεία στην Αμερική.
Η Νίνου τότε ζήτησε από τον Τσιτσάνη να κάνουν περιοδεία στην Αμερική και συγχρόνως να κάνει τη θεραπεία της και όποια χειρουργική επέμβαση χρειαζόταν.
Εκείνος αρνήθηκε. Ήξερε ότι η σχέση τους δεν πάει άλλο και επίσης η γυναίκα του Ζωή, ήταν έγκυος στο δεύτερό τους παιδί. Η ώρα του οριστικού τους χωρισμού πλησίαζε. Η Νίνου ετοιμαζόταν να φύγει στην Αμερική όταν ο Τσιτσάνης τον Μάρτιο του ‘54 της έδωσε να πει ένα τραγούδι.
Τα λόγια ήταν ξεκάθαρα για το τέλος της τετράχρονης σχέσης τους: «Τι σήμερα, τι αύριο, τη τώρα…»
Όταν η Νίνου πήρε το τραγούδι κατάλαβε τι σήμαιναν τα λόγια και μόλις μπήκε στο στούντιο για την ηχογράφηση ξέσπασε σε κλάματα. Σταμάτησε και έφυγε δακρυσμένη αφήνοντας άναυδους όλους τους παρευρισκόμενους.
Ήταν όμως πολύ πεισματάρα γυναίκα και έτσι γύρισε μετά από μερικές ώρες και το τραγούδησε μόνο μία φορά.
Η ερμηνεία της είναι αυτή που κυκλοφόρησε στο βινύλιο και είναι συγκλονιστική, καθώς είναι καταγεγραμμένα το παράπονο και το προηγούμενο κλάμα της.
Τρία χρόνια αργότερα, μετά από την δραματική εξέλιξη της αρρώστιάς της στις ΗΠΑ, όπου ο καρκίνος άρχισε να κάνει μετάσταση παντού, η Μαρίκα Νίνου ξαναγύρισε στην Ελλάδα για να φύγει από τη ζωή, χωρίς τον Τσιτσάνη στο πλευρό της, τον Φεβρουάριο του 1957, σε ηλικία μόλις 38 ετών.