Η ηρωϊκή έξοδος του Μεσολογγίου το 1826 και ο θάνατος του Λόρδου Μπάιρον στο Μεσολόγγι συγκλόνισαν τον Ντελακρουά. Με αφορμή λοιπόν την μάχη των Ελλήνων στην τρίτη πολιορκία του Μεσολογγίου ο Γάλλος ζωγράφος Ευγένιος Ντελακρουά καλλιτέχνησε μια ελαιογραφία σε καμβά «Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου (La Grèce sur les ruines de Missolonghi)», η οποία βρίσκεται στο μουσείο Καλών Τεχνών στο Μπορντό. Εικονίζει την προσωποποίηση της ηρωικής Ελλάδας. Φοράει ελληνική παραδοσιακή φορεσιά, ξεκούμπωτη στο στήθος. Είναι στραμμένη προς τον θεατή με τα χέρια σε στάση απόγνωσης, και το πρόσωπο σε τρία τέταρτα στραμμένο προς τα αριστερά. Στέκει όρθια επάνω στα ερείπια του Μεσολογγίου, που έχουν καταπλακώσει έναν αγωνιστή.
Στο βάθος ένας μαύρος άνδρας με κίτρινο τουρμπάνι που συμβολίζει τον εχθρό καρφώνει μια σημαία στο έδαφος.
Έξοδος του Μεσολογγίου ή κατά ορισμένους συγγραφείς Ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου αναφέρεται στην έξοδο που πραγματοποίησαν οι πολιορκημένοι στρατιώτες και άμαχοι του Μεσολογγίου, όταν οι δυνατότητες συνέχισης της άμυνας απέναντι στα τουρκικά και αιγυπτιακά στρατεύματα είχαν χαθεί, λόγω εξάντλησης των τροφίμων. Το γεγονός συνέβη την νύχτα μεταξύ 10ης και 11ης Απριλίου 1826, κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821. Το Μεσολόγγι επαναστάτησε στις 20 Μαΐου του 1821. Η σημασία της θέσης έγινε γρήγορα αντιληπτή από την τοπική ηγεσία της επανάστασης. Στην πόλη πραγματοποιήθηκε η συνέλευση της Δυτικής Ελλάδας και στη συνέχεια έγινε έδρα της διοίκησης της Δυτικής Ελλάδας, που έφερε την ονομασία Οργανισμός της Δυτικής Χέρσου Ελλάδας.
Η πολιορκία και η έξοδος
Το 1825 ο Κιουταχής συγκέντρωσε μεγάλο στρατό στη Λάρισα και κατευθύνθηκε στο Μεσολόγγι. Στα τέλη Απριλίου 1825 στρατοπέδευσε στην περιοχή και ξεκίνησε την πολιορκία του Μεσολογγίου. Όλες οι επιθέσεις που επιχείρησε ο Κιουταχής εναντίον της πόλης απέτυχαν, όπως και η προσπάθεια του να αποκλείσει τον ανεφοδιασμό της πόλης από στεριά και θάλασσα. Οι πολιορκημένοι ήρθαν σε συνεννόηση με τον Καραϊσκάκη, ο οποίος διεξήγαγε πόλεμο φθοράς στα νώτα του στρατεύματος του Κιουταχή, αναγκάζοντάς τον να περάσει σε θέση άμυνας, τον Οκτώβριο του 1825.
Εν τω μεταξύ, ο Σουλτάνος προβλέποντας ορθά ότι η πολιορκία θα ήταν χρονοβόρα και βάσει του ότι οι Ευρωπαϊκές Αυλές, πιεζόμενες από το φιλελληνικό κίνημα των λαών τους, είχαν αρχίσει να αναγνωρίζουν την ύπαρξη ελληνικού ζητήματος, θέλησε να ενισχύσει τον αποκλεισμό της πόλης με επιπλέον δυνάμεις και του Ιμπραήμ, παρά το ότι κάτι τέτοιο δεν προβλεπόταν στην αρχική του συμφωνία με τον Αιγύπτιο στρατάρχη.
Στις αρχές του Οκτώβριου 1825 κατέπλευσαν στην Αλεξάνδρεια ναυτικές μοίρες όλων των Οθωμανών συμμάχων, συνολικής δύναμης 145 πλοίων, που αποτελούνταν από τούρκικα, αιγυπτιακά, αλγερινά, τριπολίτικα μεταγωγικά και πολεμικά σκάφη, ενώ υπήρχαν και αρκετά υπό διάφορες ευρωπαϊκές σημαίες.
Παράλληλα, στην πόλη αυτή συγκεντρώθηκαν 8.000 Άραβες πεζοί, 1.200 ιππείς καθώς και περίπου 800 άτακτοι τούρκοι που εκγυμνάζονταν υπό την επίβλεψη Γάλλων στρατηγών, ενώ μεγάλες ποσότητες τροφίμων και πολεμοφοδίων είχαν επίσης φτάσει από τους Γαλλικούς λιμένες. Με όλες αυτές τις δυνάμεις, ο Ιμπραήμ σκόπευε τόσο στην καθυπόταξη ολόκληρης της Πελοποννήσου όσο και στην άλωση του Μεσολογγίου. Με την άφιξη του νέου ισχυρού στρατεύματος η πολιορκία ξανάρχισε σφοδρότερη. Παρόλα αυτά μέχρι τον Φεβρουάριο του 1826 οι Τούρκοι δεν είχαν σημειώσει καμία επιτυχία.
Ο Ανδρέας Μιαούλης με τον στόλο του κατάφερνε να ανεφοδιάζει το Μεσολόγγι και η άμυνα των πολιορκημένων παρέμενε ισχυρή.
Από τον Μάρτιο όμως η κατάσταση άρχισε να αλλάζει με κατάληψη από τους Τούρκους στρατηγικών νησίδων της λιμνοθάλασσας, όπως το Βασιλάδι και ο Ντολμάς. Οι Έλληνες κατάφεραν να διατηρήσουν τον έλεγχο της νησίδας Κλείσοβα μετά από μία σφοδρή μάχη, στην οποία τα στρατεύματα του Ιμπραήμ είχαν πολύ βαριές απώλειες.
Όμως η δυνατότητα του ελληνικού στόλου να ανεφοδιάσει την πόλη είχε καταστεί αδύνατη, με αποτέλεσμα οι αμυνόμενοι να βρεθούν σε δυσχερέστατη θέση. Η κατάσταση στην πόλη έγινε δραματική και η πείνα άρχισε να θερίζει τους κατοίκους. Μπροστά σε αυτή την κατάσταση το συμβούλιο των οπλαρχηγών και προκρίτων της πόλης πήρε την απόφαση για την έξοδο των κατοίκων από το Μεσολόγγι.
Η έξοδος ορίστηκε για την νύχτα του Σαββάτου του Λαζάρου με ξημερώματα Κυριακής των Βαΐων, μεταξύ 10ης και 11ης Απριλίου 1826.
Το σχέδιο της εξόδου πιθανότατα προδόθηκε, μάλλον από αυτόμολο ξένο, με αποτέλεσμα οι τουρκοαιγύπτιοι να απαντήσουν με σφοδρή επίθεση που συνοδεύτηκε από σφαγή. Χιλιάδες Έλληνες σφαγιάστηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν και μόνο 1.500 κατάφεραν να διασωθούν. Το 1822 η πόλη πολιορκήθηκε για πρώτη φορά από τα στρατεύματα του Κιουταχή που είχε νικήσει τους Έλληνες στο Πέτα, και του Ομέρ Βρυώνη που είχε ολοκληρώσει την υποταγή του Σουλίου. Μετά από δύο μήνες οι Τούρκοι έλυσαν την πολιορκία έχοντας υποστεί σοβαρές απώλειες. Την επόμενη χρονιά ένα νέο τουρκικό στράτευμα με επικεφαλής τον Μουσταή πασά κατευθύνθηκε προς το Μεσολόγγι άλλα αναλώθηκε ανεπιτυχώς στην πολιορκία του γειτονικού Αιτωλικού. Οι Τούρκοι μετά την αποτυχία να καταλάβουν το Αιτωλικό εγκατέλειψαν το σχέδιο επίθεσης στο Μεσολόγγι και αποχώρησαν.
Ποιος είναι ο Ντελακρουά;
Ο Ντελακρουά μπορεί να είναι γνωστός στην Ελλάδα κυρίως για τα έργα του που αφορούν την ελληνική επανάσταση, αλλά στην πραγματικότητα θεωρείται ο κυριότερος ίσως καλλιτέχνης του γαλλικού ρομαντισμού. Παρήγαγε πάνω από 9.000 έργα κατά τη διάρκεια της ζωής του, από πίνακες μεγάλων διαστάσεων έως σχέδια. Η δουλειά του υπήρξε ένα πεδίο μελέτης για άλλα μεταγενέστερα κινήματα, όπως ο ιμπρεσιονισμός και ο συμβολισμός, αλλά στην δική του εποχή προκάλεσε δριμύτατη κριτική στα Παρισινά Salons λόγω της έντασης των χρωμάτων που χρησιμοποιούσε και της κίνησης που ξεπερνούσε τις στείρες και αυστηρές φόρμες του ακαδημαϊσμού που προέβλεπε ο επικρατών για την εποχή νεοκλασικισμός.
Ο Ρούμπενς, οι Βενετοί αναγεννησιακοί ζωγράφοι, αλλά και οι τεχνικές Άγγλων ζωγράφων όπως ο Κόνσταμπλ, φαίνεται να οδηγούσαν το χέρι του σε μία νέα εποχή για τη ζωγραφική της Δύσης.
Τα θέματά του ήταν εμπνευσμένα από την ιστορία αλλά και τη λογοτεχνία. Το πρώτο έργο που κατέθεσε προς έκθεση στο σαλόν του Παρισιού ήταν Η βάρκα του Δάντη, το 1822. Δύο χρόνια αργότερα, το 1824, παρουσίασε τη Σφαγή της Χίου, ένα από τα πολλά έργα που είχαν ως θέμα την ελληνική επανάσταση και τη στήριξη του εν λόγω αγώνα απελευθέρωσης, η οποία ήταν και η επίσημη θέση Άγγλων, Ρώσων και Γάλλων.
Ο πίνακας αυτός απεικονίζει άρρωστους, ετοιμοθάνατους ανθρώπους που σε λίγο θα σφαγιαστούν από τους Οθωμανούς.
Η αποτύπωση όμως τέτοιων παθών έλαβε μικτές αντιδράσεις, καθώς το κοινό ήταν συνηθισμένο σε πίνακες με δοξαστικά θέματα αντί για καταστροφές. Ο δεύτερος πίνακας που δημιούργησε για την ελληνική επανάσταση είχε ως θέμα την πολιορκία του Μεσολογγίου το 1825. Ο πίνακας ολοκληρώθηκε έναν χρόνο μετά, αποτυπώνοντας την ιστορία πολύ γρηγορότερα από ό,τι είχε συνηθίσει η ανθρωπότητα. Η παλέτα του μετριάστηκε για να ταιριάξει με την αλληγορία της Ελλάδας στα ερείπια του Μεσολογγίου, όπου η χώρα μεταμορφώνεται σε μία γυναίκα με το στήθος γυμνό και τα χεριά τεταμένα σε ένδειξη παράκλησης μπροστά από τη μακάβρια σκηνή των Ελλήνων που διαλέγουν το θάνατο και την καταστροφή της πόλης τους έναντι της παράδοσης στους Τούρκους και της τυραννίας.
Η συγκεκριμένη σκηνή αποτελεί φόρο τιμής και σε έναν ποιητή που ο Ντελακρουά θαύμαζε πολύ, τον λόρδο Βύρων, ο οποίος απεβίωσε στο πλευρό του ελληνικού μετώπου στην ίδια πόλη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι προ-κορωνοϊού τέτοια εποχή εξελίσσονταν μέσα στον Κήπο των Ηρώων στο Μεσολόγγι εορταστικές εκδηλώσεις για την επέτειο της Εξόδου των Ελεύθερων Πολιορκημένων στο Μεσολόγγι. Με παρελάσεις, χορούς, καταθέσεις στεφάνων και δοξολογίες, το Μεσολόγγι γιόρταζαν την ιστορική έξοδο!
Νικολέτα Γατζούδη
Ειδική Παιδαγωγός-Θεατρολόγος-Δημοσιογράφος
MSc, Med